Παρασκευή 8 Αυγούστου 2014
Η σημειολογία του pirandello.
«Καλά, τι κάνουν όλοι αυτοί οι εργάτες; Και τι τα θέλουμε αυτά τα τούβλα;», ρώτησα μπαίνοντας.
Ο pirandello δάγκωσε το μολύβι του και κοίταξε μια εμένα και μια το τοπογραφικό που είχε μπροστά του. «Θα κάνουμε μερικές αλλαγές», είπε μετά.
«Τι αλλαγές θα κάνουμε πάλι;»,
Μια χαρά δεν είμαστε;», έκανα και πήρα μια καρέκλα και κάθισα.
«Μην κάθεσαι», μου είπε, «εσύ θα επιβλέπεις τους εργάτες».
Τον κοίταξα παραξενεμένος. «Εγώ; Και τι ξέρω εγώ;»
«Κοίτα», είπε, «ξέρεις από όνειρα. Αυτό φτάνει».
«Δεν καταλαβαίνω, τι θα κάνω;»
«Θα κτίσουμε τις πόρτες και τα παράθυρα. Θέλω να το κάνω ησυχαστήριο».
Χωρίς πόρτες;»
«Θ’ ανοίξουμε κάποιες τρύπες να μπαινοβγαίνει ο αέρας, δε θα ‘ναι εντελώς κλειστό. Απλώς δε θα τους βλέπουμε και δε θα μας βλέπουν».
«Τι παλαβομάρα είναι πάλι αυτή; Αυτό δε θα ‘ναι σπίτι, θα ‘ναι γραβιέρα».
«Μια χαρά θα είναι, θα βρούμε την ησυχία μας».
«Εγώ δε μπορώ να ζήσω σ’ ένα σπίτι με τρύπες. Και στο κάτω – κάτω μένω κι εγώ εδώ, θα έπρεπε να με ρωτήσεις».
«Εντάξει, θα μοιράσουμε το σπίτι στη μέση. Εγώ θα πάρω αυτό το δωμάτιο και το χολ. Εσύ πάρε την κρεβατοκάμαρα και το μπάνιο».
«Και την κουζίνα;»
«Πάρε και την κουζίνα. Αλλά θα βάλουμε μια πόρτα ανάμεσα. Κι εσύ θα μπαινοβγαίνεις από πίσω».
«Σκοπεύεις να καταργήσεις και την εξώπορτα;»
«Δεν έχω αποφασίσει. Επίσης δεν έχω αποφασίσει το χρώμα».
«Ποιο χρώμα; Τι θα βάψεις»
«Λέω να το κάνω κόκκινο, μέσα - έξω».
«Γιατί; θα πάρεις επιχορήγηση απ’ τον Περισσό;»
«Όλα έχουν τη σημασία τους. Αποφάσισα να κινηθώ σημειολογικά».
«Και σημειολογικά αυτό τι θα είναι;»
«Ο τάφος της αριστεράς… δεν ξέρω, θα είναι ένα μνημείο… το κενό της επικοινωνίας… το διάτρητο εγώ του καθενός… δεν ξέρω, πρέπει να το σκεφτώ».