Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2014

Ο "Μίτος της Αριάδνης" κι ο pirandello.

"Ξύπνα" του είπα και τον σκούντηξα, "φεύγουμε". "Που πάμε;" ρώτησε χωρίς ν' ανοίξει τα μάτια. "Αθήνα, ξέχασες;" "Πήγαινε μόνος σου" είπε και γύρισε από την άλλη. τον ξανασκούντηξα. "Σήκω, έχουμε να βάψουμε εκείνη την κολώνα" επέμεινα. "Δε θυμάμαι καμιά κολώνα" μούγκρισε, "παράτα με". "Σήκω" είπα και του τράβηξα τα σκεπάσματα. "Εντάξει" είπε κι έπιασε το κεφάλι του, "σηκώνομαι. Αλλά μη φωνάζεις". "Με τα ρούχα κοιμάσαι;" "Ναι. Έτσι μπορώ να κοιμηθώ άλλα πέντε λεπτά. Έσκυψε μετά και έδεσε τα κορδόνια του. "Έχω φτιάξει καφέ, προλαβαίνουμε να πιούμε μια γουλιά". "Γιατί βιάζεσαι; Δεν έχουμε ραντεβού". "Δε θέλω να χάσω τη μέρα μου, γι' αυτό βιάζομαι". "Τι ώρα είναι;" "Περασμένη" είπα. "Πήγαινε να ρίξεις λίγο νερό πάνω σου να φύγουμε". "Παναγία μου, βοήθησέ με" έκανε και πήγε στο μπάνιο. Σ' ένα λεπτό ήρθε πάλι, φαινόταν τώρα ευδιάθετος. "Εγώ λέω να την κάνουμε πράσινη την κολώνα, τι λες;" ρώτησε τρίβοντας τα χέρια του. "Μαύρη θα γίνει η κολώνα, τα είπαμε αυτά". "Γιατί έχετε αυτή την εμμονή με το μαύρο εσείς οι ζωγράφοι; Δεν το καταλαβαίνω". "Δεν είναι εμμονή, μπορεί να την κάνω άσπρη μετά, κάνω μια βάση". "Α" έκανε. <"Και τι άλλο θα κάνουμε;" "Θέλω να φτιάξω άλλο ένα παράθυρο, μαύρο αυτή τη φορά" είπα. "Αυτό είναι που δεν έχεις εμμονή με το μαύρο;" "Έχω κάποιο σκεπτικό, δεν είναι εμμονή αυτό". "Εμένα μου φαίνεται για εμμονή". "Εντάξει" παραδέχτηκα, "είναι μια ευκολία, δεν είναι εμμονή". "Τι ευκολία;" "Το μαύρο έχει κάτι το απόλυτο, δε χρειάζεται πολλά πράγματα". "Και γιατί πρέπει να το κάνουμε αυτό σήμερα;" ρώτησε και στρογγυλοκάθισε πάλι. "Δε θα το κάνουμε, θα προσπαθήσουμε. Είναι μια ολόκληρη διαδικασία, δε γίνεται σε μια μέρα". "Μα σήμερα είναι η εκλογή του προέδρου, εκεί δεν έχουμε καν ραδιόφωνο. Και θέλω να μάθω τι θ' απογίνει και με το πλοίο". "Εντάξει, αν έχεις δουλειά μην έρχεσαι, θα κατέβω μόνος μου". "Στάσου. Τις κολώνες δεν τις έβαψες χθες;" "Χρειάζεται κι ένα δεύτερο χέρι. Και κάτι επιδιορθώσεις στη δεύτερη, την άλλη Κυριακή θα βάλουμε τα σίδερα". "Α, ναι, τα σίδερα. Γιατί δεν τα βάλαμε αυτά χθες;" "Κοίτα, δε χρειάζεται να έρθεις, φεύγω". "Περίμενε" έκανε ο pirandello, "θα 'ρθω". Όταν μου ξαναμίλησε ήμασταν κάπου στην Αττική: "και που ξέρεις από πριν τι χρειάζονται οι κολώνες; Πώς το αποφασίζεις;" ρώτησε. "Τα έργα μπορούν να γίνουν κι έτσι κι αλλιώς. Αν δεν είσαι αποφασισμένος μπορείς να κάνεις ένα έργο για όλη σου τη ζωή". "Ναι. Αλλά πώς αποφασίζεις από πριν;" "Είναι σαν να τραβάς μια τυχαία φωτογραφία, εξαρτάται με το τι έχεις μπροστά σου, πώς αντιλαμβάνεσαι τι του ταιριάζει. Παίζει ρόλο και τι έχεις πρόχειρο ή τι ακριβώς έκανες την προηγούμενη μέρα, το μυαλό κάνει διάφορους συνειρμούς που τους ακολουθείς και σε πάνε αυτοί, όλα έχουν μία συνέχεια". "Κάτι δηλαδή σαν τον μίτο της Αριάδνης" είπε ο pirandello κι έτσι προέκυψε και ο τίτλος.