Κυριακή 17 Μαΐου 2009

Η “Ντεκανβιζιον” κι ο Pirandello

«Λοιπόν» είπε ο pirandello, «τώρα μπορώ να πω πως αυτό που γίνεται κάθε χρόνο είναι απαράδεκτο, άσχετα με την πρώτη ή τη δέκατη Πέμπτη θέση που μπορεί να πάρει ένα τραγούδι. Είναι ένα επιπλέον έξοδο για τον ηλίθιο Έλληνα φορολογούμενο, που κανείς δεν τον ρωτάει αν είναι διατεθειμένος να το πληρώσει… γιατί ως συνήθως το κράτος σου στέλνει απλώς τον λογαριασμό. Όλα αυτά περί διαφήμισης της Ελλάδας στο εξωτερικό εγώ τ’ ακούω βερεσέ, αν οι κύριοι διαχειριστές ήθελαν πραγματικά να κάνουν κάτι γι’ αυτόν τον τόπο θα το έκαναν, δεν θα έβγαζαν μια διαφήμιση για τον ΕΟΤ ας πούμε λίγο πριν αρχίσει η τουριστική σαιζόν αλλά τον Δεκέμβριο, τότε που οι υποψήφιοι πελάτες προγραμματίζουν τις διακοπές τους και άλλα τέτοια, είναι γεμάτος ο τόπος από τέτοια παραδείγματα ανοργανωσιάς και άσκοπης σπατάλης δημόσιου χρήματος, Ολυμπιακές εγκαταστάσεις κ.λ.π».
«Τελικά τι θέση πήρε ο Σάκης;» ρώτησα.
«Δεν ξέρω» απάντησε ο Pirandello, «δεν μ’ ενδιαφέρει ο εκάστοτε Σάκης, αυτός τη δουλειά του κάνει. Είμαι όμως αντίθετος με τον υποτιθέμενο θεσμό, ήξερα πάνω – κάτω τι ήταν αυτό που θα δω, ένα φεστιβάλ κακού τραγουδιού, κομψευόμενο, καθώς πρέπει, άσχετο με οποιοδήποτε μουσικό είδος, περίπου ένα τίποτα με φοβερή διοργάνωση, εφετζίδικα σκηνικά και ενορχηστρώσεις μιας ακμάζουσας ντεκαντάνς, εκατομμύρια ευρώ που τρέχουν παρά την οικονομική κρίση, άρτος όχι αλλά θεάματα ναι, πλουσιοπάροχα. Είμαστε τελείως ασυνείδητοι; Αναρωτιέμαι».
«Θες να πεις πως κάθισες και το είδες;» απόρησα.
«Είδα λίγο, πήρα μια γεύση. Εκείνες οι ανόητες που παρουσίαζαν το πρόγραμμα δεν μπορούσαν να πουν μια λέξη διαφορετική όταν παρουσίαζαν τα τραγούδια; Είπαν ακριβώς ό,τι στον ημιτελικό, αυτό αν δεν είναι πνευματική φτώχια, τι είναι;»
Δεν σου άρεσε κανένα τραγούδι;
«Μου άρεσε. Της Μολδαβίας αλλά δεν ξέρω τι απέγινε, κοιμήθηκα».