Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2011

Ο γάμος του pirandello

«Πολύ χαίρομαι που θα ‘ρθεις κι εσύ σ’ αυτόν τον γάμο», είπε ο pirandello, “θα βαριόμουν πολύ εκεί μόνος». «Θα ‘ναι τουλάχιστον εκατό άτομα», είπα εγώ. «Κι αν δε με πίεζαν τόσο, αν μπορούσα να το αποφύγω, θα το απέφευγα». . «Θα περάσουμε όμορφα», είπε εκείνος, «όλη τη μέρα κάτω απ’ τον καυτό ήλιο». «Μα εσένα δε σου αρέσει ο ήλιος, ούτε πας ποτέ σου στη θάλασσα». «Δεν λέω για ‘μας, μιλώ για τους άλλους», είπε ο pirandello. «Εμείς θα την αράξουμε στο ξενοδοχείο με τις μικρούλες και θα πίνουμε τα ποτάκια μας… θα ‘ναι υπέροχα». «Ποιες μικρούλες; Πού θα τις βρούμε τις μικρούλες;», ρώτησα απορημένος. «Εκεί απ’ ό,τι ξέρω θά ‘ναι μόνο κάτι γεροντοσαρανταποδαρούσες ξερακιανές και αγάμητες, οι πιτσιρίκες θα ‘ναι όλες στην παραλία». «Όλα είναι εδώ μέσα φίλε μου», έκανε ο pirandello και χτύπησε τον δείχτη του στον κρόταφο. «Και να σου πω λυπάμαι πιο πολύ εκείνον τον άμοιρο που παντρεύεται». «Γιατί τον λυπάσαι; Αυτός παίρνει ένα κοριτσάκι». Ναι», είπε. «Αλλά πόσα χρόνια μπορεί να κρατήσει αυτό;»