Κυριακή 1 Ιουλίου 2018

Η πρωτομηνιά του Pirandello

Ήταν σαν την πρώτη σκηνή του Περλ Χάρμπορ που δεν συνέβαινε τίποτα. Δεν έχουμε ρεύμα. Κοίταξες τις ασφάλειες; Πάνω είναι. Θα ’ναι τότε διακοπή. Δίνουμε τόσα λεφτά για το ρεύμα γαμώτο. Ίσως θα έπρεπε να σκεφτούμε εκείνη τη γεννήτρια κάποια στιγμή. Ναι, μας περισσεύουν για να αγοράσουμε και γεννήτρια. Τουλάχιστον έχουμε τηλέφωνο. Ναι. Σε λίγο θα είμαστε ευχαριστημένοι μόνο γιατί ξημέρωσε, παρ’ τους να πεις για τη διακοπή, τους πήρες; Δεν θα το σηκώνουν. Τίποτα δεν δουλεύει σ’ αυτή την χώρα, είμαστε στο έλεος του Θεού. Κάτι θα έγινε. Θα το φτιάξουν. Πώς μπορείς και το παίρνεις έτσι αψήφιστα; Και τι θες να κάνω; Ν’ αρχίσω να ουρλιάζω; Έτσι κάνουμε πάντα, δεν λέμε τίποτα. Κανονικά θα έπρεπε όταν πας να πληρώσεις να παίρνεις λεφτά πίσω αντί να τους δίνεις. Και τι το πέρασες εδώ; Σουηδία; Και τι θα κάνουμε; Θα περιμένουμε την επιφώτηση. Που βρίσκεις την όρεξη; Απορώ. Δεν θα πεθάνουμε από μια διακοπή. Είδες αν οι απέναντι έχουν φως; Δεν είδα. Δεν πλήρωσες τον λογαριασμό; Τον πλήρωσα. Αλλά αυτοί είναι τρελοί, μπορεί να μας το έκοψαν. Δεν κόβουν λογαριασμούς την Κυριακή. Ποιος το λέει αυτό; Κανείς. Είναι αυτονόητο. Τίποτα δεν είναι αυτονόητο, παρ’ τους τηλέφωνο. Γιατί δεν τους παίρνεις εσύ; «Γιατί; Εσύ δεν μπορείς; Μπορώ. Αλλά όλο εγώ παίρνω. Και τι έγινε; Τους ντρέπεσαι; Γιατί δεν κάθεσαι ν’ απολαύσουμε τον καφέ μας; Θα ’ρθει το ρεύμα. Πώς θ’ απολαύσουμε τον καφέ μας χωρίς ρεύμα; Έφτιαξα πριν. Και γιατί δεν το λες και με κάνεις και τρέχω; Εγώ φταίω που έγινε διακοπή;