Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2008

Το “ταξίδι” του Pirandello


Ο pirandello άδειασε προσεκτικά το τραπέζι. Με το μανίκι του ύστερα σκούπισε κάτι ελάχιστα ψίχουλα, πετώντας τα στο πάτωμα.
Μετά έβγαλε από ένα παλιό φάκελο διάφορα πράγματα και τα ξεχώρισε. Ήλεγξε ένα παλιό διαβατήριο, είχε λήξει. Ήλεγξε στη συνέχεια ένα απόκομμα εισιτηρίου, από κάποιο προηγούμενό του ταξίδι και το άφησε κι αυτό στο τραπέζι, πλάι στο διαβατήριο. Μέτρησε μετά κάποια χαρτονομίσματα.
Πήγε στο άλλο δωμάτιο κι επέστρεψε κουβαλώντας μια μεγάλη βαλίτσα που την είχε γεμίσει μ’ ό,τι έκρινε απαραίτητο και την άφησε να χάσκει ανοιχτή μπροστά απ’ τον καναπέ.
Ψαχούλεψε το περιεχόμενο της βαλίτσας σαν να ήθελε να βεβαιωθεί αν ήταν ή δεν ήταν κάτι εκεί. Πήγε πάλι μετά στο τραπέζι κι άδειασε έναν άλλον μικρότερο φάκελο. Αυτός περιείχε κάρτες ξενοδοχείων, εστιατορίων, μια κάρτα για το metro, ληγμένη κι αυτή.

«Τι ακριβώς κάνεις» ρώτησα, «θα πας κάπου;»

«Προσπαθώ να επαναλάβω ένα ταξίδι» είπε ο Pirandello, «μου λείπει όμως κάτι και δεν μπορώ να θυμηθώ τι».
«Να επαναλάβεις; Τι πάει να πει να επαναλάβεις;»
«Όλα ταιριάζουν» έκανε ξύνοντας το κεφάλι του, «οι ημερομηνίες, τα Χριστούγεννα, ακόμα κι εγώ» είπε και έδηξε τη φωτογραφία στο διαβατήριο, «λείπει όμως κάτι και δεν μπορώ να θυμηθώ τι».
«Οδοντόβουρτσα;»
«Όχι, όχι, δεν είναι κάτι τέτοιο, είναι πώς να σου πω, είναι σαν να μου λείπει η αίσθηση».
«Η αίσθηση; Ποια αίσθηση;»
«Δεν ξέρω, κάτι λείπει και δεν μπορώ να θυμηθώ τι».

Πήγε πάλι κι έψαξε τη βαλίτσα. «Τίποτα» είπε, «όλα μοιάζουν να είναι εδώ…»

Ξανακοίταξε τα χαρτιά που ‘χε αραδιάσει στο τραπέζι, μέτρησε ξανά τα λεφτά, είδε το απόκομμα. Μετά τον είδα να τα μαζεύει όλα πάλι στον φάκελο και να βάζει κι αυτόν στην βαλίτσα. Μετά την έκλεισε και την εξαφάνισε στο άλλο δωμάτιο.

«Εντάξει; Θυμήθηκες;»
«Ναι» έκανε ο Pirandello, “αυτό το ταξίδι απλώς δεν μπορεί να επαναληφθεί, του λείπει η αίσθηση».