Τρίτη 14 Απριλίου 2009

“Μια μέρα του…” pirandello

Ξυπνάς λοιπόν ένα πρωί κι ανακαλύπτεις πως έχεις όσο χρόνο θες, επιτέλους. Μετά καταλαβαίνεις πως ό,τι έγινε, έγινε στην ώρα του και πως έχεις μεν τον χρόνο που θες, δεν έχεις τι να τον κάνεις όμως κι εύχεσαι να ήταν όλα όπως πριν, να μην είχες χρόνο, με τίποτα που λέει ο λόγος δεν είναι ευχαριστημένος κανείς, φαύλος κύκλος.
Πας έξω να πιείς ένα καφέ, να σκεφτείς, παραγγέλνεις κι ανάβεις ένα τσιγάρο να τα βάλεις σε μια σειρά και σου φέρνουν μια σόδα. Έχει κάνει λάθος το χαρτάκι ο σερβιτόρος αλλά εσύ έχεις πηδήξει απ’ το παράθυρο, δι’ ασήμαντον αφορμή.
Λες εντάξει, δεν μπορεί να ‘ναι όλα τόσο άσχημα, πας μια βόλτα για να ξεσκάσεις κι εκεί στην ερημιά έρχεται και σε κουτσουλάει απ’ το πουθενά ένα πουλί, αν είναι να σου τύχει θα σου τύχει, δεν χωράει αμφιβολία, αν έχεις τύχη διάβαινε δηλαδή.
Ο γιατρός σου συστήνει κι άλλες εξετάσεις, δεν έχεις σου λέει τίποτα, θα πάρεις τα τάδε ηρεμιστικά, χρειάζεσαι άσκηση, να κάνεις παρέα με φίλους, να βγαίνεις… απ’ έξω – απ’ έξω δηλαδή ότι είσαι σκατά, το προσπερνάς τέλος πάντων και προσπαθείς να παραμείνεις ήρεμος, πας σπίτι και σου ‘ρχεται ένας λογαριασμός και θες να πέσεις στα ναρκωτικά.
Τρως κάτι ελαφρύ γιατί αν φας ας πούμε τηγανιτά θα σε ξεκάνει το στομάχι και πέφτεις να ξεραθείς μια ώρα, να σου φύγει αυτό το βάρος… αλλά πώς;
Σε βρίσκει το ξημέρωμα να ‘χεις καπνίσει ένα πακέτο, να ‘σαι πτώμα στην κούραση. Αλλά τι ανάγκη έχεις εσύ; Έχεις όσο χρόνο θες. Και πρέπει να κόψεις και το τσιγάρο…