Δευτέρα 25 Μαρτίου 2013

Οι «άγγελοι της κολάσεως» κι ο pirandello.

«Νόμιζα πως πέρασε το τριώδιο», είπα, αλλά ούτε που μου έδωσε σημασία, μπαινόβγαινε στην κρεβατοκάμαρα και επέστρεφε κάθε φορά μ’ ένα ακόμα αξεσουάρ. «Δεν σε καταλαβαίνω», είπα, «τι είναι πάλι όλα αυτά τα μασκαραλίκια;» «Δεν είναι καθόλου μασκαραλίκια», είπε ο pirandello δοκιμάζοντας ένα κράνος της Βέρμαχτ. «Θα τους πολεμήσουμε με τα ίδια τους τα όπλα». «Ποια όπλα; Ποιον θα πολεμήσουμε πάλι;», ρώτησα. «Ξέρεις να οδηγείς μηχανή;», ρώτησε εκείνος αντί άλλης απάντησης. «Και πες ότι ξέρω, να σου θυμίσω ότι δεν έχουμε μηχανή;» «Ξέρω πολύ καλά τι έχουμε και τι δεν έχουμε», είπε ο pirandello. «Αλλά αυτό δεν είναι πρόβλημα». «Δεν είναι πρόβλημα για ποιο πράγμα;» «Θα κλέψουμε μία. Δηλαδή θα κλέψεις εσύ μία, εγώ είμαι πολύ μεγάλος για τέτοια πράγματα». Έβαλα τα γέλια. «Και πες ότι κλέβω», είπα. «Τι έχει το πρόγραμμα για μετά;» «Θα δώσουμε το παράδειγμα. Δε θα αφήσουμε τίποτα όρθιο, θα παραδώσουμε καμένη γη. Θα δικτυωθούμε. Θα οργανώσουμε τους απανταχού αγγέλους επί της γης και θα κάνουμε κίνημα». «Τι κίνημα; Κίνημα με δερμάτινα;» «Βαρβαρότητα στη βαρβαρότητα, είναι η μόνη απάντηση», είπε κουμπώνοντας τα γάντια του, κάτι τεράστια γάντια με πρόκες. «Να μη μείνει τίποτα όρθιο, τίποτα που να μπορούν να εκμεταλλευτούν αυτοί οι διάβολοι». Στήθηκε καμαρωτός να τον δω. «Πώς σου φαίνομαι;», ρώτησε. «Καλός», είπα. «Αλλά θα τα βάλουμε με την Ευρωπαϊκή ένωση; Εσύ δεν ξέρεις καν να καβαλάς μηχανή». «Θα κάθομαι από πίσω, σαν τον Τζακ Νίκολσον. Θα κάθομαι από πίσω και θα εκτοξεύω μολότοφ. Θα κάψουμε την Αθήνα, ύστερα το Βερολίνο… μετά θα καταλάβουμε τη Νέα Υόρκη, όπως λέει και το τραγούδι». «Και το θεωρείς αυτό πολιτική στάση; Να βάλουμε φωτιά στο σύμπαν;» «Πρέπει να αναθεωρήσουμε τον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα», είπε ο pirandello βαδίζοντας πάνω - κάτω για να συνηθίσει τις μπότες. «Έχουν ξεραθεί», είπε. «Έχω να τις βάλω από τότε που ήμουνα πανκ». «Πότε θα καταλάβεις πως δεν είσαι πια γι’ αυτά τα πράγματα; Πότε θα καταλάβεις ότι ο κόσμος που ήξερες πέθανε;» «Γι’ αυτό ακριβώς», είπε ο pirandello σπρώχνοντας πίσω τα γυαλιά στη μύτη του. «Πριν γίνουμε πραγματικοί άγγελοι, λέω να δοκιμάσουμε κι αυτό. Πρέπει να βρεθεί κάποιος να εξεγερθεί σ’ όλα αυτά. Ή να ξεκινήσει την εξέγερση». «Και νομίζεις πως κάτι θα βγει;» «Στην πραγματικότητα όχι. Αλλά είναι αλλιώς να ‘χεις μπροστά σου κάποιον που γυαλίζει το μάτι του, δεν είναι;» Δεν είχα τι να του πω πάνω σ’ αυτό.