Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

Η απελπισία του pirandello.

Ξημέρωνε. «Θεωρείς δηλαδή πως δε θα το αποφύγουμε;», ρώτησα. «Τι να σου πω; Απίθανο μου φαίνεται», είπε ο pirandello φυλλομετρώντας τα χαρτιά της εφορίας. «Μήπως θα έπρεπε να τα δώσεις αυτά να στα φτιάξει ένας λογιστής; Τι ξέρεις εσύ από λογιστικά;», ρώτησα ύστερα από λίγο, μου καιγόταν η καρδιά να τον βλέπω έτσι απελπισμένο. «Δεν έχει σημασία», είπε εκείνος, «δεν έχει να κάνει με τα ποσά, σε φορολογούν ανεξαρτήτως τι δηλώνεις ή όχι». «Πώς γίνεται αυτό;» «Με νόμους. Είσαι τόσο χρονών, πληρώνεις τόσα. Είσαι απόφοιτος Πανεπιστημίου, άλλα τόσα. Είσαι παντρεμένος άλλα τόσα. Δεν είσαι πάλι άλλα τόσα. Έχεις παιδιά - δεν έχεις, τόσα. Αν το σκεφτείς είναι πολύ απλό σύστημα και πολύ καθαρό, δεν έχεις να κρύψεις κάτι, να τον κλέψεις που λέμε στο ζύγι. Είναι μεγαλοφυΐα αυτός ο Στουρνάρας». «Και τώρα ψήφισαν νόμο που απαγορεύεται να τον βρίσεις». «Δεν υπάρχει κάτι που δεν το φορολογεί, φορολογεί τα ακίνητα, τα αγροτεμάχια, το αυτοκίνητο, τα ταξίδια, το σούπερ μάρκετ, τα φάρμακα που παίρνεις, τις μέρες που είσαι άνεργος, το ρεύμα που έκαψες… όλα τα φορολογεί. Και αν δεν έχεις να τον πληρώσεις προβαίνει σε κατασχέσεις, σε κλείνει εσένα μέσα και σου πουλάει το σπίτι. Δεν είναι απλώς μεγαλοφυΐα, είναι Θεός». «Ναι», είπα. «Αλλά βλέπεις, ό,τι και να κάνουν δεν κουνιέται φύλλο». Σηκώθηκε και πήγε στην κρεβατοκάμαρα και γύρισε μ’ ένα μικρό βαλιτσάκι. «Λοιπόν», είπε, «εγώ πάω. Αν πάω οικειοθελώς μπορεί να τύχω καλύτερης μεταχείρισης». Και έφυγε.