Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017
Η πρόβα γενεθλίων κι ο Pirandello
Μα δεν είναι κάπως νωρίς τέτοια ώρα για τούρτες με ρώτησε ενώ έξω ήταν ακόμα νύχτα.
Τώρα, τώρα του είπα και μέριασα τα πράγματα στο τραπέζι, να κάνουμε ό,τι είναι να κάνουμε να τελειώνουμε.
Τώρα που μεγάλωσες αρκετά πρέπει να βάλεις και μυαλό με συμβούλεψε ενώ εγώ πάλευα να χωρέσω τα κεράκια στην τούρτα.
Δεν θα μου πεις χρόνια πολλά;
Πότε ακριβώς να τα πω, πριν ή μετά;
Όποτε θες.
Μήπως θα ήταν πιο εύκολο αν το έγραφες ολογράφως;
Είναι πιο θεαματικά τα κεράκια.
Έβαλες αυτά που δεν σβήνουν όμως, θα παιδευτείς.
Καθόλου είπα και τα άναψα μ’ ένα μακρύ σπίρτο απ’ αυτά που ανάβουν το τζάκι. Θα τα αφήσω να καούν μόνα τους και θα την κόψουμε βράδυ.
Και όλη μέρα θα βλέπουμε αυτά τα πυροτεχνήματα;
Ναι είπα, τι σε πειράζει;
Δεν με πειράζει είπε ο Pirandello. Αλλά πολύ κακό για το τίποτα.
Ύστερα πήγε κι έφερε το ψεκαστικό που έχουμε για το σίδερο απ’ την κουζίνα, τράβηξε μια πολυθρόνα και έκατσε πλάι στην τούρτα ενώ εγώ συνέχιζα ν’ ανάβω κεριά και ήδη γινόταν το έλα να δεις.
Κράτησες ώρα τον ρώτησα ύστερα.
Όχι μου είπε, νόμιζα πως κρατούσες εσύ.