Δευτέρα 30 Ιουλίου 2012

Η «αγγελία» του Pirandello.

ΠΑΡΑΔΙΔΟΝΤΑΙ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΔΙ’ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΔΙΑ ΖΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΊΤΕ ΝΑ ΑΠΟΤΥΧΕΤΕ ΣΤΗ ΖΩΗ ΣΑΣ ΜΕΤΡΙΑ ΑΠΛΑ ΒΗΜΑΤΑ.
1 ΜΙΖΕΡΙΑΖΕΣΤΕ
2 ΠΑΙΡΝΕΤΕ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΣΤΑ ΣΟΒΑΡΑ
3 ΧΑΝΕΤΕ ΤΟ ΧΙΟΥΜΟΡ ΣΑΣ

ΟΛΑ ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ ΤΩΡΑ ΕΔΩ.
Μ’ ΕΝΑ ΑΠΛΟ ΚΛΙΚ.

Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

Ο pirandello και ο ψυχίατρος.

Ο Pirandello με κοίταξε σαν να περίμενε βοήθεια. Είχα πάρει εντολή όμως να μην ανοίξω το στόμα μου. «Νομίζω πως φοβάμαι πια τις νύχτες». «, είπε μετά από μεγάλη περισυλλογή. «Τι φοβάστε ακριβώς;» «Νομίζω τον θάνατο». «Έχετε προβλήματα υγείας;» «Όχι». «Τότε τι είναι αυτό πού σας φοβίζει;» «Η επόμενη μέρα», είπε ο Pirandello. «Εννοείτε την εγκληματικότητα, το πού οδηγούμεθα με την κρίση;» «Εννοώ την ταινία». Σ’ αυτό το σημείο ο ψυχίατρος ξεροκατάπιε. «Αυτό δεν είναι μια συνηθισμένη φοβία», είπε. Μετά στράφηκε σε ‘μένα: «Και εσείς; Έχετε κι εσείς φοβίες;» «Με συνοδεύει, δεν έχει τίποτα», είπε ο Pirandello. «Εδώ βλέπω δύο ονόματα», είπε ο γιατρός. «Και ότι επιθυμείτε να συμμετάσχετε σε ομαδική θεραπεία. Αν ο κύριος δεν έχει πρόβλημα δεν καταλαβαίνω γιατί… «Εγώ αποφασίζω», είπε ο pirandello, «είμαι ο εργοδότης του». «Δεν καταλαβαίνω. Τι σχέση έχει αυτό;» «Είναι γραμματέας μου. Θέλω να καταγράφει κάποιος όσα πρόκειται να λεχθούν». «Μα… υπάρχει το ιατρικό απόρρητο ξέρετε, δε γίνεται». «Τότε δυστυχώς», έκανε ο Pirandello και σηκώθηκε. «Είστε ο τρίτος ψυχίατρος που βλέπουμε, πώς θα βοηθήσετε τον κόσμο όταν βάζετε τέτοια εμπόδια;» «Δε σας καταλαβαίνω, ποια εμπόδια λέτε;» «Τι κάνετε ακριβώς σ’ αυτές τις ομαδικές θεραπείες κύριε; Δε συζητούν οι άνθρωποι τα προβλήματά τους ανοιχτά;» «Ασφαλώς…» «Και πόσοι είναι σ’ αυτά τα γκρουπ;» «Πέντε, μπορεί και δέκα άτομα. Γιατί;» «Και πώς θέλετε να επεξεργαστώ εγώ τι θα λένε δέκα άνθρωποι αν δεν κρατάει κάποιος σημειώσεις;» «Μα οι συζητήσεις δε μας ενδιαφέρουν, προσπαθούμε ν κάνουμε τους ασθενείς να νοιώσουν άνετα με το περιβάλλον τους, να εξωτερικεύσουν αυτό που κρύβεται βαθειά μέσα τους, να το κοινοποιήσουν και ν’ απαλλαγούν απ’ αυτό… αν είναι δυνατόν». «Λυπάμαι», είπε ο Pirandello. «Δε μπορούμε να συνεργαστούμε, δε γίνονται έτσι αυτά τα πράγματα, καλημέρα σας». «Γιατί είπαμε τόσα ψέματα στον άνθρωπο;», ρώτησα εγώ όταν φύγαμε. «Τον πληρώσαμε με το ίδιο νόμισμα», είπε ο Pirandello. «Μα δε πληρώσαμε», είπα. «Αυτό ακριβώς. Ούτε κι αυτός κάνει τίποτα, κάθεται απλώς σε μια καρέκλα κι ακούει, τι δουλειά είναι αυτή;» «Μα είναι ψυχίατρος». «Ωραία», είπε ο Pirandello. « Ας βρει τότε κάτι να κάνει, αυτός δεν κάνει καν εξετάσεις». «Μα τι εξετάσεις να κάνει ένας ψυχίατρος; Εξετάζει υποτίθεται την ψυχή». «Δε διαφωνώ, ας μας δείξει κάτι. Και πού είναι αυτή η ψυχή που υποτίθεται πως εξετάζει;» «Είπε θα μας μηνύσει». «Θα τον μηνύσουμε κι εμείς, να δούμε ποιον θα δικαιώσουν τα δικαστήρια. Και για να μη χάνουμε χρόνο, πού είναι το κοντινότερο αστυνομικό τμήμα;» ». Και κατευθυνθήκαμε προς τα εκεί.

Κυριακή 15 Ιουλίου 2012

Η μεγαλοψυχία του Pirandello.

«Διαβάζεις ποίηση;», ρώτησε ο Pirandello. «Όχι, δεν έχω καιρό», είπα εγώ. «Και όμως θα έπρεπε», είπε εκείνος, «υπάρχουν πράγματα που δε λέγονται αλλιώς». «Αλήθεια; Σαν τι πράγματα;» «Ο έρωτας, οι φωνές του σκοταδιού, τα σκιρτήματα που κάνει η καρδιά που δε γνωρίζει, τα φώτα του ουρανού, όλα αυτά τα θεια πράγματα». «Θεέ μου», έκανα, «είσαι μήπως άρρωστος;» «Με ισοπεδώνεις. Με προσεδαφίζεις κάθε φορά που προσπαθώ ν’ απογειωθώ. Με φθονείς, γι’ αυτό το κάνεις. Έτσι δεν είναι; Γι’ αυτό δεν το κάνεις;» «Πάλι φταίω εγώ;» «Μη το παίζεις θύμα διαρκώς, μαθαίνω τι πας και λες, ότι είμαι ιδιότροπος, αλλοπαρμένος και δεν ξέρω τι άλλο». «Ποιος στα λέει αυτά;» «Δεν το παραδέχεσαι; Δεν είναι αλήθεια; Πες μου. Θέλω να ξέρω». «Ας πούμε πως είναι, εσένα ποιος στα λέει;» «Είμαι διορατικός». «Είσαι ένας γεροπαράξενος που όλα του φταίνε. Και κυρίως εγώ. Βαρέθηκα». «Και τι θα κάνεις; Θα φύγεις;» «Να με πληρώσεις να φύγω. Να μείνεις εδώ να τρώγεσαι με τα ρούχα σου». «Τι είπα τώρα που σε ερέθισε;» «Δεν ξέρω, όλα με ερεθίζουν». Σηκώθηκε από ‘κει που καθόταν. «Φτωχό μου παιδί», έκανε. «Θα σε φροντίζω εγώ. Ευτυχώς που κρατάνε ακόμα τα κότσια μου… αλλιώς θα ήσουνα χαμένος. Μια ψυχή έρημη, σ’ έναν άκαρδο κόσμο. Πες μου τι θα έκανες χωρίς εμένα, να σε φροντίζω, να σε περιποιούμαι, να σε γιατροπορεύω και να ικανοποιώ όλες σου τις παλαβομάρες;»

Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

Τα «δυο λόγια» του Pirandello.

«Πώς και σήμερα έτσι ευδιάθετος;», ρώτησα. Ο Pirandello αρκέστηκε σ’ ένα χαμόγελο. «Κάνει τρομερή ζέστη», είπα για να τον κάνω να πει κάτι. «Κάνει», είπε. Αλλά μόνο αυτό. «Έγινε κάτι ευχάριστο;», επέμεινα. «Βρέθηκε κάποιος που μου έγραψε για το blog», είπε. «Για την ακρίβεια μου έγραψε δυο καλά λόγια». «Μάλιστα», έκανα, «αυτό είναι όλο;» «Ναι, το θεωρείς λίγο;» «Δεν είπα αυτό. Αλλά όχι ότι είναι τίποτα το ιδιαίτερο». «Δεν είναι «, είπε ο Pirandello. «Αλλά είναι κάτι. Και σίγουρα περισσότερο απ’ το τίποτα». «Και σου έφτιαξε το κέφι και είπες να ξαναγράψεις, τι γράφεις;» «Τίποτα», είπε, «ευχαριστίες. Τα καλά λόγια πρέπει να αμείβονται, με δυο λόγια τουλάχιστον».