Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2013

Γενέθλια με τον pirandello.

«Μα σε κάνει έξαλλο», ούρλιαζε ο pirandello, «αυτός ο άνθρωπος καταργεί το αυτονόητο». «Τι συμβαίνει;», ρώτησα μπαίνοντας με την τούρτα, «τι φωνάζεις;» «Σσς», μου έκανε νόημα, «μιλάω με τη δικηγόρο». «Κατάλαβα», είπα και πήγα να βάλω την τούρτα στο ψυγείο… μέρα που βρήκα να ‘χω κι εγώ γενέθλια. «Χρόνια πολλά», μου έκανε κοφτά μόλις γύρισα, «μιλούσα με τη δικηγόρο… συγγνώμη, είμαι πολύ ταραγμένος». «Δεν μιλούσες, ούρλιαζες», είπα. «Μα… μα είναι να μη φωνάζω;» «Να φωνάζεις. Αλλά έχεις και πίεση. Κι εγώ γενέθλια». «Το ξέρω ότι έχεις γενέθλια. Και δεν είναι ανάγκη να μου θυμίζεις τι έχω και τι δεν έχω», είπε. «Πήρες τούρτα;» «Μια μικρή, έτσι για το καλό». «Και κεράκια υποθέτω». «Και κεράκια κι απ’ όλα». «Ελπίζω να μην κάλεσες κανέναν, δεν είναι κατάλληλη η μέρα να αρχίσουν να πηγαινοέρχονται διάφοροι και να μας εύχονται». «Να μου εύχονται θες να πεις». «Ναι, φυσικά. Αν και μετά από το σο καιρό εμείς είμαστε ένα. Και δε θέλω κόσμο… καταλαβαίνεις… μια άλλη φορά ίσως». «Δε θα καλούσα, έτσι κι αλλιώς». «Μπράβο, μπράβο», έκανε, «έτσι θα είμαστε πιο άνετα, αυτές οι γιορτές με κάνουν άνω – κάτω… έχω κι ένα σωρό θέματα… καταλαβαίνεις». «Συγγνώμη», είπα. «Σήμερα έτυχε να ‘χω γενέθλια και στα γενέθλια είθισται…» «Αν δεν περιμένουμε κανέναν φέρε την τούρτα να σβήσεις τα κεράκια». «Δεν είναι απαραίτητο». «Πώς; Τι πάει να πει δεν είναι απαραίτητο; Εδώ κάνουμε τόσα και τόσα. Αποτελεί τελετουργικό άλλωστε… είμαστε ό,τι είμαστε αλλά τα τελετουργικά, τελετουργικά». «Θα προτιμούσα κάτι πιο συναισθηματικό από ένα απλό τελετουργικό», είπα φέρνοντας την τούρτα. «Κουταμάρες», είπε, «τι πιο συναισθηματικό από αυτά τα πυροτεχνήματα; Να βγάλουμε και μια φωτογραφία να τα θυμόμαστε». «Δε θέλω φωτογραφίες. Φωτογραφίες βγάζουν αυτοί που τους αρέσει να δείχνονται. Είναι ένα απλό γλυκό με κεράκια, τα σβήνω, εσύ μου τραγουδάς και τελειώσαμε». «Πέντε μεγάλα και έξι μικρά», παρατήρησε. «Θα μπορούσες να βάλεις ένα, συμβολικά». «Θες να πεις πως μεγάλωσα ε;» «Μη δίνεις σημασία, το θέμα είναι να είσαι καλά». «Τι έκανα όλα αυτά τα χρόνια, μου λες; Γιατί δε θυμάμαι;», ρώτησα αργότερα. «Μη σ’ απασχολούν αυτά που έκανες», σύστησε ο pirandello. «Να σ’ απασχολεί τι δεν έκανες. Ή καλύτερα τι θα κάνεις». «Τι λες να κάνω;» «Δεν ξέρω», μου είπε κοιτάζοντας αφηρημένα απ’ το παράθυρο. «Σου εύχομαι να ‘ναι όμως ενδιαφέρον». «Θες άλλο γλυκό;» «Μάλλον όχι, πρέπει να προσέχουμε και τα πολλά γλυκά είναι για νεώτερες ηλικίες». «Μόνο σήμερα». «Αν είναι μόνο για σήμερα, βάλε μου αυτό το μεγάλο με τη φράουλα». «Σου αρέσει η φράουλα;» «Όχι ιδιαίτερα. Αλλά στη ζωή πρέπει να παίρνεις το καλύτερο που σου προσφέρεται». Σωστά», είπα. Και σερβιρίστηκα ένα μεγάλο κομμάτι, επίσης με φράουλα. «Σου πήρα και δώρο», μου είπε δίνοντάς μου το πακετάκι.»Ένα μαύρο Πάρκερ, το άλλο σου χάλασε, έτσι δεν είναι;» «Δεν ήταν ανάγκη», είπα. Αλλά πολύ το χάρηκα.