Σάββατο 11 Μαΐου 2013

Η «τραμπάλα» κι ο pirandello.

«Και πάλι καλά να λες», είπε ο pirandello όταν του εξιστόρησα πώς είχαν τα γεγονότα. «Και πάλι καλά να λες που υπάρχουν και δέκα άνθρωποι που ενδιαφέρονται για τη δουλειά σου». «Δεν έχω παράπονο», είπα. «Αλλά είναι λίγο μάταιο τώρα αυτό, δεν είναι;» «Όλα θα μπορούσες να τα πεις μάταια, άρα κι αυτό. Αλλά απ’ το τίποτα… δε μπορείς να αγνοήσεις το ενδιαφέρον τόσων ανθρώπων». «Θεωρώ ότι είναι εύκολο. Ελπίζω να μην το κάνουν από συμπάθεια, δε θα το άντεχα». «Δεν έχει σημασία για ποιο λόγο το κάνουν, σημασία έχει ότι το κάνουν». «Και τα βιβλία μου παρουσίασαν μια κίνηση τελευταία». «Αυτό πάλι πού το βάζεις;» «Λες να ‘χω τον Δία στο ζώδιό μου;» «Δεν ξέρω. Το βέβαιο είναι πως θα έπρεπε να νοιώθεις αισιόδοξος. Ή τουλάχιστον ικανοποιημένος». «Ξέρεις, δεν έχουν να πουν τίποτα. Λένε ότι τους αρέσουν… δε γίνεται τζερτζελές». «Αν έκανες κάποια ρεαλιστική δουλειά ίσως να έβρισκαν να πουν κάτι. ή να έλεγαν κουταμάρες, ότι είναι σαν εκείνο ή σαν το άλλο και να θες να τα πετάξεις απ’ το παράθυρο. Και θα μπορούσε παρ’ όλα αυτά να μη λένε ούτε κι αυτό. Αυτό εγώ το θεωρώ σημαντικό από μόνο του». «Υποθέτω πως είναι. Αλλά γιατί δε γράφει ποτέ κάποιος σχετικός;» «Δεν έχεις φίλους ζωγράφους;» «Μερικούς έχω. Και μου κάνουν κι αυτοί like. Αλλά δε λέω γι’ αυτούς, ούτε κι εκείνους που με ξέρουν από παιδί, εννοώ τους άλλους. Να γίνει μια ανταλλαγή απόψεων. Τίποτα. Νέκρα». «Αυτοί το βλέπουν σαν δουλειά, για να πουν κάτι πρέπει να τους πληρώσεις». «Δεν είπα να κάνουν ανάλυση, να γράψουν ένα σχόλιο είπα». «Είναι σοβαροφάνεια», είπε ο pirandello. «Υπέρμετρη ιδέα για το τι είναι. Και άμα έχεις καβαλήσει και κανένα καλάμι… πώς να κατέβεις;» «Σιγά τη δουλειά. Και ποτέ μη σώσουν στο τέλος». «Έτσι σε θέλω. Και σ’ όποιον αρέσουμε». «Ναι». «Τι σκέφτηκες πάλι;» «Τίποτα. Αλλά είναι σαν να κάνεις τραμπάλα. Από την ικανοποίηση στην απογοήτευση, μια πάνω - μια κάτω. Και με κίνδυνο να πέσεις να τσακιστείς». «Έτσι είναι η τέχνη φίλε μου», είπε ο pirandello, «μια πάνω - μια κάτω».