Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

Οι «ασκήσεις» του pirandello.

«Εδώ», άκουσα έναν ψίθυρο μες στο σκοτάδι, «εδώ κάτω». «Πού είσαι;», ρώτησα κι έκανα ακόμα ένα βήμα, «δε σε βλέπω». «Εδώ», είπε ο pirandello και μ’ άρπαξε απ’ το χέρι, «μείνε ακίνητος και μη μιλάς». «Τι κάνουμε εδώ;», ψιθύρισα ύστερα από λίγο. «Και γιατί μιλάμε ψιθυριστά;» «Σου είπα να έρθεις εδώ γιατί το σπίτι παρακολουθείται». «Παρακολουθείται από ποιον; και γιατί εδώ και όχι κάπου αλλού;» «Μη σηκώνεις το κεφάλι σου, θα μας δουν». «Δεν υπάρχει ψυχή εδώ γύρω», είπα. «Και από ποιον κρυβόμαστε τέλος πάντων;» «Απ’ το κράτος. Έχουν ξαμολήσει τάγματα εφόδου και ψάχνουν. Όποιον βρουν μπόσικο τον μπουζουριάζουν, θες να περάσεις την υπόλοιπη ζωή σου στην φυλακή;» «Γιατί να μας βάλουν φυλακή; Τι κάναμε;» «Υπάρχουμε», είπε. «Είναι αρκετό». «Βλακείες», έκανα και σηκώθηκα. «Έχεις να μου πεις κάτι άλλο;» «Πρέπει να συνηθίσουμε σε συνωμοτικούς τρόπους, να μάθουμε να φυλαγόμαστε», είπε και σηκώθηκε και ‘κείνος. «Πώς θα το κάνουμε αν χρειαστεί; Δεν πρέπει να ‘χουμε κάνει μια άσκηση;» «Κοίτα», του είπα, «τα πράγματα είναι όντως περίεργα. Αλλά δε συλλαμβάνουν και τον κόσμο, τα παραλές». «Δεν τα παραλέω καθόλου», διαμαρτυρήθηκε, «δε βλέπεις τι γίνεται;» «Συλλαμβάνουν μόνο όσους κάνουν κάτι, τους εγκληματίες. Εμάς γιατί να μας συλλάβουν;» «Εσύ θες να πεις πληρώνεις κανονικά; Πληρώνεις το ρεύμα σου; Πληρώνεις τους φόρους σου; Δε χρωστάς ΤΕΒΕ; Στις Τράπεζες;» «Και βέβαια χρωστάω, δεν υπάρχει κανείς που να μη χρωστάει. Αλλά δε σε βάζουν μέσα για μικροποσά». «Κοίτα», είπε ο pirandello, «μάθε τέχνη κι Άστιν, έτσι δε λένε;» «Μα σε τι θα χρειαστεί να μάθουμε να συναντιόμαστε στα χωράφια;» «Όταν σου πάρουν το σπίτι δε θα πρέπει κάπου να καταφύγεις; Όταν πάλι δεν έχεις να φας δε θα πας να κλέψεις ένα μποστάνι;» «Θα πάω. Αλλά αργεί ακόμα αυτό, δε θα μας πάρουν το σπίτι αύριο». «Πρέπει να τα προβλέπεις αυτά, να εξοικειώνεσαι με την κατάσταση. Αλλιώς πας χαμένος». Δεν είπαμε τίποτα άλλο. αλλά μπορεί να ‘χει και δίκιο.