Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2016

Η μικρή, κοινή γνώμη κι ο Pirandello

Κοιμάσαι; Τι ώρα είναι; Μετακομίζουμε είπε, έλα αμέσως. Μα τι διάβολο σ’ έπιασε μες στη νύχτα τον ρώτησα, δεν έχεις ύπνο; Ο ύπνος είναι για ’κείνους που δεν κάνουν ποτέ τίποτα στη ζωή τους είπε ο Pirandello, σε μια ώρα το πολύ, όχι αργότερα, να είσαι εδώ. Να φέρω κάτι; Όχι, έχουμε ό,τι χρειαζόμαστε. Βιάσου, δεν θέλω να χάνω την ώρα μου. Τι απαιτητικός άνθρωπος είπα από μέσα μου κι έκλεισα το τηλέφωνο. Ύστερα ντύθηκα… κουκουλώθηκα δηλαδή και πήγα με την τσίμπλα στο μάτι. Άνοιξα με τα κλειδιά μου και βρήκα αυτό που περίμενα, ένα σπίτι άνω - κάτω. Μην δίνεις σημασία είπε εκείνος, βάλε καφέ και κάθισε, θα σου εξηγήσω όσο θα πίνουμε καφέ, αλλάζουμε σπίτι. Κι αυτό; Αυτό θα είναι η αρχειοθήκη μας, θα το διαμορφώσουμε σε διαδραστικό μνημείο λόγου. Θα κάνουμε λογοθεραπείες; Όχι ανόητε, θα προσαρμοστούμε στην καινούργια πραγματικότητα. Και δεν θα μετακομίσουμε ακριβώς. Δεν θα πάρουμε δηλαδή τα έπιπλα; Δεν αλλάζουμε σπίτι, ιντερνετική έδρα αλλάζουμε είπε ο Pirandello. Αυτό θα μείνει ως έχει, με τους δεκατρείς ακολούθους του στο ψυγείο, τις αναρτήσεις του, αυτό είναι το σπίτι μας. Και με ξύπνησες άγρια μεσάνυχτα για να μου πεις αυτό; Δεν αντιλαμβάνεσαι το μέγεθος του εγχειρήματος είπε ο Pirandello, γι’ αυτό αντιδράς έτσι. Και γι’ αυτό δεν θα πας ποτέ μπροστά, είσαι γεννημένος βοηθός. Ωραία είπα βαριεστημένα γιατί μου είναι αδύνατον να διαπληκτίζομαι τέτοια ώρα, εγώ τι πρέπει να κάνω; Τίποτα είπε και μου πρόσφερε απ’ τα τσιγάρα του. Θα κάθεσαι εκεί και θα με παρακολουθείς που θα μεγαλουργώ, για συμπαράσταση. Δηλαδή με κουβάλησες για να μην κάνω τίποτα; Είσαι το ακροατήριό μου είπε ο Pirandello, η μικρή, κοινή μου γνώμη. Ύστερα πιάσαμε δουλειά, εγώ έφτιαχνα καφέδες κι εκείνος μεγαλουργούσε… τρόπος του λέγειν.